Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος







Οι Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) είναι μία ομάδα νευροαναπτυξιακών διαταραχών. Αποτελούν ένα φάσμα στο ένα άκρο του οποίου βρίσκονται άτομα χαμηλής λειτουργικότητας ενώ στο άλλο άκρο βρίσκονται άτομα υψηλής λειτουργικότητας. Το σημείο του φάσματος όπου θα τοποθετηθούν εξαρτάται από τη νοημοσύνη τους και την ένταση των συμπτωμάτων τους. 




Υπολογίζεται ότι το 1 με 1,2% του παγκόσμιου πληθυσμού πάσχει από ΔΑΦ.

Η εμφάνιση των συμπτωμάτων συμβαίνει πριν από τα 3 έτη.

Τα
κριτήρια για τη διάγνωσή τους είναι τα εξής:

1) Δυσκολίες στην κοινωνική επικοινωνία

i)              Έχουν περιορισμένες γλωσσικές ικανότητες (φτωχότερο λεξιλόγιο σε σχέση με τους συνομηλίκους, δυσκολία στο να εκφράσουν τις ανάγκες τους). Κάποια άτομα που βρίσκονται στο άκρο της χαμηλής λειτουργικότητας δεν αναπτύσσουν καθόλου λόγο.

ii)            Ηχολαλούν (επαναλαμβάνουν δηλαδή αυτό που τους είπε κάποιος).

iii)         Αποφεύγουν τη βλεμματική επαφή.

iv)         Δεν δείχνουν ενδιαφέρον όταν τους παρουσιάζεται κάτι.

v)            Ενδιαφέρονται περισσότερο για τα αντικείμενα και όχι για τους ανθρώπους.

vi)         Προτιμούν να είναι μόνα τους.

vii)       Αποφεύγουν να παίξουν παιχνίδια μίμησης και χρησιμοποιούν τα παιχνίδια τους με ασυνήθιστο τρόπο (π.χ. τακτοποιούν τις κούκλες τους σε σειρά αντί να παίξουν παιχνίδι ρόλων με αυτές).

viii)    Δυσκολεύονται στο να ξεκινήσουν μία συζήτηση.

ix)          Δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα συναισθήματά τους και τα συναισθήματα των άλλων.

x)            Δείχνουν ενδιαφέρον για τους άλλους αλλά δεν ξέρουν πως να συνδεθούν μαζί τους.

xi)          Έχουν ασυνήθιστες εκφράσεις προσώπου και στάσεις σώματος.

xii)       Δεν ακολουθούν τους κοινωνικούς κανόνες κάποιων περιστάσεων (π.χ. μιλούν δυνατά μέσα στη βιβλιοθήκη).

xiii)    Αποφεύγουν τα χάδια, εκτός κι αν τα θέλουν.

 

2) Στερεοτυπικές, επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, δραστηριότητες και ενδιαφέροντα.

i)              Επαναλαμβάνουν λέξεις και φράσεις χωρίς κάποια ανάγκη επικοινωνίας.

ii)            Επαναλαμβάνουν πράξεις ή και ασυνήθιστες κινήσεις (π.χ. κουνούν τον κορμό τους από μπροστά προς τα πίσω).

iii)         Έχουν ειδικά ενδιαφέροντα στα οποία αφοσιώνονται και μιλούν γι’ αυτά συνέχεια (π.χ. ηφαίστεια, δεινόσαυροι).

iv)         Τηρούν πιστά μια συγκεκριμένη ρουτίνα (π.χ. τρώνε στις 2 μ.μ.)

v)            Αναστατώνονται όταν συμβεί κάποια αλλαγή στην καθημερινότητά τους.

vi)         Έχουν δυσκολία στο να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες.

vii)       Σε περίπτωση που αισθανθούν άγχος, αυτοτραυματίζονται (δαγκώνονται, χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο κλπ.).

Αξίζει να σημειωθεί πως σε κάθε άτομο η ΔΑΦ εκδηλώνεται με διαφορετικά συμπτώματα.

Οι ΔΑΦ είναι πιθανόν να συνυπάρχουν με:

1) Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ – Υ)

2) Επιληψία

3) Νοητική αναπηρία (οι άνθρωποι που βρίσκονται στο άκρο της χαμηλής λειτουργικότητας είναι πιθανόν να έχουν χαμηλότερη νοημοσύνη από το φυσιολογικό).

4) Διαταραχή αισθητηριακής επεξεργασίας

5) Μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαναγνωσία, δυσαριθμησία, δυσπραξία).

6) Αγχώδεις διαταραχές

7) Κατάθλιψη

Διάγνωση

Η διάγνωση πραγματοποιείται από εξειδικευμένο ψυχολόγο ή ψυχίατρο μετά τα 2 έτη.

Πορεία των ατόμων με ΔΑΦ

Τα άτομα με ΔΑΦ αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον μαθησιακό, κοινωνικό και εργασιακό τομέα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.

Τα άτομα που βρίσκονται στο άκρο της χαμηλής λειτουργικότητας είναι πιθανόν να μην αναπτύξουν ποτέ λόγο και να χρειάζονται συνεχόμενη φροντίδα σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους.

Αντίθετα, τα άτομα που βρίσκονται στο άκρο της υψηλής λειτουργικότητας μπορούν, έχοντας δεχτεί την κατάλληλη παρέμβαση, να διαχειριστούν τα συμπτώματά τους και ως ενήλικες να ανεξαρτητοποιηθούν και να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή.

Αιτίες

Η συγκεκριμένη αιτία που προκαλεί τις ΔΑΦ δεν έχει βρεθεί. Ωστόσο, έχουν βρεθεί οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή τους.

1) Γενετικοί παράγοντες: Ο κίνδυνος εμφάνισης των ΔΑΦ είναι κληρονομικός κατά 74 – 93%. Αν οι γονείς έχουν ένα παιδί με ΔΑΦ, υπάρχει 2 – 8% πιθανότητα να έχει και το επόμενό τους παιδί το πρόβλημα (36 – 95%, αν είναι μονοζυγωτικός δίδυμος).

 

2) Προγεννητικοί παράγοντες:

i)              Ηλικία του πατέρα και της μητέρας άνω των 30 ετών την περίοδο της σύλληψης.

ii)            Διαβήτης κύησης

iii)         Αιμορραγία μετά το 1ο τρίμηνο της κύησης

iv)         Φαρμακευτική αγωγή στη διάρκεια της εγκυμοσύνης

v)            Ύπαρξη μηκωνίου στον αμνιακό σάκο.

vi)         Προγεννητικό στρες

 

3) Περιγεννητικοί παράγοντες

i)              Επιπλοκές στον τοκετό (τραυματισμός του εμβρύου, περιτύλιξη με τον ομφάλιο λώρο, ισχιακή προβολή κλπ.).

ii)            Χαμηλότερο ή υψηλότερο βάρος γέννησης από το φυσιολογικό.

iii)         Νεογνική αναιμία.

iv)         Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D.

Οι ΔΑΦ δεν προκαλούνται από τα εμβόλια, ούτε από έλλειψη μητρικής στοργής, όπως είχε υποτεθεί τις προηγούμενες δεκαετίες.

 

Αντιμετώπιση

Δεν υπάρχει κάποια θεραπεία που να εξαλείφει τις ΔΑΦ. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες παρεμβάσεις που έχουν ως στόχο την διαχείριση των συμπτωμάτων της και κατά συνέπεια τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων που πάσχουν από αυτές. Όσο υψηλότερη νοημοσύνη έχουν τα άτομα με ΔΑΦ, τόσο καλύτερη είναι η ανταπόκρισή τους στις παρεμβάσεις αυτές. Επίσης, όσο πιο νωρίς τεθεί η διάγνωση και ξεκινήσουν οι παρεμβάσεις, τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση για τη μετέπειτα πορεία της διαταραχής.

1) Ψυχοεκπαιδευτικές παρεμβάσεις:

i)              Ειδική αγωγή

ii)            Λογοθεραπεία

iii)         Εργοθεραπεία

iv)         Συμπεριφορικές θεραπείες (π.χ. ABA, TEACCH)

v)            Θεραπείες μέσω τέχνης (μουσικοθεραπεία, δραματοθεραπεία κλπ.)

vi)         Συμβουλευτική γονέων

Έχουν σαν στόχο το να βοηθήσουν το άτομο να αποκτήσει τις απαραίτητες δεξιότητες για να έχει μια ανεξάρτητη καθημερινότητα, να ενισχύσει τις κοινωνικές του δεξιότητες και να υποστηριχθεί μαθησιακά.

2) Φαρμακευτικές  παρεμβάσεις:

Η χρήση ρισπεριδόνης φαίνεται να είναι αποτελεσματική στον περιορισμό των επαναλαμβανόμενων κινήσεων και συμπεριφορών. Ωστόσο, δεν πρέπει να είναι η πρωτεύουσα παρέμβαση για τη ΔΑΦ.

Το κλειδί για την επιτυχημένη παρέμβαση είναι η συνεργασία μεταξύ των γονέων, του σχολείου και των ειδικών που υποστηρίζουν το παιδί (παιδοψυχίατρος, παιδοψυχολόγος, εργοθεραπευτής, λογοθεραπευτής κλπ.).

Συμπερασματικά, οι Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος δεν είναι ιάσιμες και επηρεάζουν το άτομο δια βίου. Ωστόσο, η έγκαιρη διάγνωση και  η κατάλληλη παρέμβαση μπορεί να βελτιώσει την κλινική τους εικόνα και την ποιότητα ζωής τους. Καθήκον της κοινωνίας μας είναι να αποδεχτεί τους διαφορετικούς αυτούς ανθρώπους και να τους υποστηρίξει με κάθε δυνατό μέσο, ώστε να μπορέσουν να ενταχθούν ισότιμα σε αυτήν.

Χριστίνα Αρετάκη

Φιλόλογος – Ειδική Παιδαγωγός

 

Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association (2013). "Autism Spectrum Disorder. 299.00 (F84.0)". Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders, Fifth Edition (DSM-5). Arlington, VA: American Psychiatric Publishing, pp. 50–59.

Bai, D.; Hon Kei Yip, B.; Windham, G.; Sourander, A.; Francis, R.; Yoffe, R.; Glasson, E.; Mahjani, B.; Suominen, A.; Leonard, H.; Gissler, M.; Buxbaum, J.D.; Wong, K.; Schendel, D.; Kodesh, A.; Breshnahan, M.; Levine, S.Z.; Parner, E.T.; Hansen, S.N.; Hultman, C.; Reichenberg, A.; Sandin, S;. (2019). "Association of Genetic and Environmental Factors With Autism in a 5-Country Cohort". JAMA Psychiatry76 (10): 1035–1043.

Ballaban-Gil, K.; Tuchman, R. (2000). "Epilepsy and epileptiform EEG: association with autism and language disorders". Developmental Disabilities Research Reviews6 (4): 300–8.

Dawson, G.; Osterling, J. (1997). "Early Intervention in Autism". In Guralnick, M.J. (ed.). The effectiveness of early intervention. Baltimore: Brookes, pp. 307–326.

Flaherty, D.K. (2011). "The vaccine-autism connection: a public health crisis caused by unethical medical practices and fraudulent science". The Annals of Pharmacotherapy.  45 (10): 1302–1304.

Gardener, H.; Spiegelman, D.; Buka, S.L. (2011). "Perinatal and neonatal risk factors for autism: a comprehensive meta-analysis". Pediatrics128 (2): 344–55.

Gardener, H.; Spiegelman, D.; Buka, S.L. (2009). "Prenatal risk factors for autism: comprehensive meta-analysis". The British Journal of Psychiatry195 (1): 7–14.

Gentile, S. (2015). "Prenatal antidepressant exposure and the risk of autism spectrum disorders in children. Are we looking at the fall of Gods?". Journal of Affective Disorders182: 132–7.

Helverschou, S.B.; Bakken, T.L.; Martinsen, H. (2011). “Psychiatric Disorders in People with Autism Spectrum Disorders: Phenomenology and Recognition”International handbook of autism and pervasive developmental disorders. New York: Springer. pp. 53–74.

Huguet, G.; Ey, E.; Bourgeron, T. (2013). "The genetic landscapes of autism spectrum disorders". Annual Review of Genomics and Human Genetics. 14: 191–213

LeClerc, S., Easley D. (2015). "Pharmacological therapies for autism spectrum disorder: a review". P & T40 (6): 389–397.

Mazahery, H.; Camargo, C.A.; Conlon, C.; Beck, K.L.; Kruger, M.C.; von Hurst, P.R. (2016). "Vitamin D and Autism Spectrum Disorder: A Literature Review". Nutrients8 (4): 236.

Minshawi, N.F.; Hurwitz, S.; Fodstad, J.C.; Biebl, S.; Morriss, D.H.; McDougle, C.J. (2014). "The association between self-injurious behaviors and autism spectrum disorders"Psychology Research and Behavior Management7: 125–36.

Myers, S.M.; Johnson, C.P. (2007). "Management of children with autism spectrum disorders"Pediatrics120 (5): 1162–82.

Reichow, B.; Hume, K.; Barton, E.E.; Boyd, B.A. (2018). "Early intensive behavioral intervention (EIBI) for young children with autism spectrum disorders (ASD)". The Cochrane Database of Systematic Reviews5 (10).

Taylor, L.E.; Swerdfeger, A.L.; Eslick, G.D. (2014). "Vaccines are not associated with autism: an evidence-based meta-analysis of case-control and cohort studies". Vaccine32 (29): 3623–3629.

Tick, B.; Bolton, P.; Happé, F.; Rutter, M.; Rijsdijk, F.; (2016). "Heritability of autism spectrum disorders: a meta-analysis of twin studies". Journal of Child Psychology and Psychiatry, and Allied Disciplines57 (5): 585–95.

Zafeiriou, D.I.; Ververi, A.; Vargiami, E.; (2007). "Childhood autism and associated comorbidities". Brain & Development. 29 (5): 257–72. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή

  Ορισμός Η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (Α.Γ.Δ.) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει την εκμάθηση, την κατανόηση και τη χρήση της γλώσσας. Ξεκινά από την παιδική ηλικία και συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή. Υπολογίζεται πως επηρεάζει 1 στα 14 άτομα. Αξίζει να σημειωθεί πως, για να γίνει η διάγνωσή της, πρέπει να έχουν αποκλειστεί τα προβλήματα ακοής, η χαμηλή νοημοσύνη, ο αυτισμός και η περιβαλλοντική στέρηση. Η Α.Γ.Δ. μπορεί να συνυπάρχει με τη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) και με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες (Δυσλεξία, Δυσαναγνωσία, Δυσγραφία, Δυσαριθμησία, Δυσπραξία). Αιτία Σύμφωνα με νευρολογικές μελέτες, η περιοχή Broca στον εγκέφαλο – η οποία είναι υπεύθυνη για την κατανόηση και τη χρήση της γλώσσας – είναι μικρότερη σε άτομα με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή. Επίσης, η διαταραχή αυτή είναι κατά βάση κληρονομική. Συμπτώματα Οι άνθρωποι με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή παρουσιάζουν καθυστέρηση στην ανάπτυξη

ΔΕΠ - Υ

Τα τελευταία χρόνια η διάγνωση μαθητών με ΔΕΠ-Υ γίνεται ολοένα και πιο συχνά. Τι σημαίνει όμως ΔΕΠ-Υ και ποια είναι τα συμπτώματά της; Πως προκαλείται; Ποια είναι τα προβλήματα που επιφέρει καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου; Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί; Αυτά τα ερωτήματα θα απαντηθούν παρακάτω: Ορισμός Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα είναι μία νευροαναπτυξιακή διαταραχή που χαρακτηρίζεται από δυσκολία στη συγκέντρωση προσοχής, υπερβολική δραστηριότητα και παρορμητική συμπεριφορά. Τα χαρακτηριστικά αυτά των παιδιών δεν ταιριάζουν με τα αναμενόμενα για την ηλικία τους. Εμφανίζεται στα παιδιά σε ποσοστό 5 – 7%. Το 30 – 50% των παιδιών με ΔΕΠ-Υ εξακολουθούν να έχουν συμπτώματα και στην ενήλικη ζωή τους.   Τύποι Με βάση τα συμπτώματα που επικρατούν διακρίνουμε τρεις τύπους ΔΕΠΥ: 1)   Τύπος Απροσεξίας • δεν μπορεί να συγκεντρωθεί, • αποσπάται εύκολα από άσχετα ερεθίσματα, • δεν φαίνεται να ακούει, • δε δίνει σημασία στις λεπτομέρειες,

Σύνδρομο Down

Τι είναι; Το σύνδρομο Down είναι μια γενετική κατάσταση, η οποία επηρεάζει την σωματική διάπλαση και την κινητική και γνωστική ανάπτυξη των ατόμων. Εμφανίζεται περίπου σε 1 ανά 700 γεννήσεις. Αιτία Το σύνδρομο προκαλείται παρουσία ενός επιπλέον χρωμοσώματος στο 21 ο ζεύγος χρωμοσωμάτων. Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία κύησης της γυναίκας,   τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες εμφάνισης του συνδρόμου. Αναλυτικότερα, όταν η γυναίκα είναι 20 ετών, η πιθανότητα είναι 1 στις 2.000, ενώ όταν είναι 40, είναι 1 στις 100. Σωματικά χαρακτηριστικά 1.   Επίπεδο πρόσωπο 2.   Μικρό κεφάλι 3.   Κοντός λαιμός 4.   Προεξέχουσα γλώσσα 5.   Λοξά προς τα πάνω μάτια 6.   Μικρά αυτιά 7.   Πλατιά κοντά χέρια με μια πτυχή στην παλάμη 8.   Χαλαρός μυϊκός τόνος 9.   Οι άνδρες εμφανίζουν στειρότητα. Οι γυναίκες αν τεκνοποιήσουν έχουν 50% πιθανότητα να κυοφορήσουν παιδί με το σύνδρομο. Επίσης, εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο για παθήσεις στην καρδιά, στο θυρεοειδή, στο γαστρεντερικό